Ούτε Αριστερά, ούτε Δεξιά. Κέντρο!

Αρκετοί αρθρογράφοι που διαβάζω μιλούν για την ανάγκη ενός Κεντροαριστερού κόμματος,  που θα μπει σφήνα ανάμεσα στον «αριστερό» ΣΥΡΙΖΑ και στη «δεξιά» ΝΔ και θα μας σώσει από τις συμπληγάδες τους. Το κατά πόσο αυτό θα μπορέσει να γίνει από το νέο ΠΑΣΟΚ είναι αμφίβολο, αλλά τι να κάνουμε αφού είναι Κεντρο-αριστερό και το λέει.

Κατά ένα περίεργο λόγο, κανείς δεν έχει θέσει το ερώτημα του καθαρού και ξάστερου Κέντρου, ούτε έχει χρησιμοποιήσει αυτόν τον όρο χωρίς να του βάζει κάποιο πρόσημο, αριστερό ή δεξιό.  Γράφουν, ας πούμε, για την Κεντροδεξιά πλευρά της ΝΔ δίχως να ζητούν, βέβαια, τη σύσταση ενός Κεντροδεξιού κόμματος, εκλαμβάνοντας μάλλον το δεξιό πρόσημο ως ηθικά απαράδεκτο, ενώ το αριστερό είναι μια χαρά, αρκεί να συνοδεύεται με ένα Κέντρο-κάτι.

Πιθανολογώ ότι αυτό συμβαίνει γιατί οι αγαπητοί αρθρογράφοι προέρχονται κατά κύριο λόγο από το χώρο της ευρύτερης Αριστεράς, όπως κι εγώ, που το έφτασα, όμως, μέχρι αναρχία, κι από εκεί, από το μηδέν, τα ξαναείδα όλα από την αρχή, ενώ αυτοί φαίνεται να μην το πήγαν all the way και τους έχει μείνει ακόμη η αριστερή συμπάθεια. Και σωστά, διότι όντως η Αριστερά σημαίνει συμπάθεια, αγάπη και φροντίδα για το φτωχό και αδύναμο. Το πρόβλημα είναι ότι μαζί με τον αδύναμο, η Αριστερά περιθάλπει και την αδυναμία του.

Θύμα του συμπαθητικού της, η Αριστερά δυσκολεύεται να διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στον αναξιοπαθούντα και στον ανάξιο, φτάνοντας σήμερα να υπερασπίζεται τη μονιμότητα ρουσφετο-διορισμένων δημοσιο-υπαλλήλων, φαντασιωνόμενη ότι δίνει εργατικούς αγώνες. Γίνεται έτσι εμπόδιο στην εξέλιξη, αντιδρώντας σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση θα κάνει τον αδύναμο να αναμετρηθεί με την αδυναμία του και να πάει μπροστά, συμβάλλοντας και στην κοινωνική πρόοδο, μέσα από τη δική του προκοπή.

Δεν είναι τυχαίο ότι η πάλαι ποτέ «προοδευτική» αριστερά έχει γίνει στην Ελλάδα ένα προπύργιο συντήρησης, δίνοντας μάχες για εργατοπατερικά κατεστημένα και κηρύσσοντας την επιστροφή σε ένα απώτερο παπανδρεϊκό παρελθόν, λες και πρόκειται για τον απολεσθέντα παράδεισο. Είναι σύμφυτο του κρυπτο-χριστιανικού χαρακτήρα της.

Η «συμπαθητική» Αριστερά, ανανεώνοντας την παράδοση του Χριστιανισμού και δογματίζοντας «υπέρ αδυνάτου», αφήνει στη δικαιοδοσία της Δεξιάς το λόγο υπέρ δυνατού, αρίστου, ισχυρού και όποιου άλλου έχει καταφέρει να επιβληθεί ως τέτοιος στην κοινωνία, σύμφωνα με την -κατά τον Δαρβίνο- εξελικτική αναγκαιότητα της ισχύος, όπως την κατάλαβε η Δεξιά.

Η «δαρβινική» Δεξιά δεν χαμπαριάζει από συμπάθειες. Πολιτικός απόγονος της αθηναϊκής ολιγαρχίας, στην πρώτη αρχαιοελληνική δημοκρατία, επιχειρηματολογεί και επιχειρεί έκτοτε συστηματικά υπέρ της εξουσίας των ισχυρών της ιστορίας (γαιοκτημόνων, αριστοκρατών, στρατοκρατών, φεουδαρχών, παπάδων, βασιλέων, εμπόρων, βιομήχανων και χρηματιστών, κατά σειρά), θεωρώντας, προφανώς, ότι αυτοί αξίζουν – από φυσική επιλογή – να ηγούνται του λαού.

Το πρόβλημα βρίσκεται στο ότι οι εκάστοτε ισχυροί όχι μόνο δεν εξυπηρετούν την ιστορική εξέλιξη – διαψεύδοντας τον Δαρβίνο -, αλλά κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους να την ανακόψουν, φοβούμενοι την αμφισβήτηση των πρωτείων τους, τα οποία θέλουν να τα κατοχυρώσουν εις το διηνεκές, κληροδοτώντας τα στους απογόνους τους. Δεν προτρέπουν τα βλαστάρια τους να κερδίσουν με το σπαθί τους την εξουσία και να αποδείξουν τη δαρβινική τους υπεροχή, αλλά τους την κληροδοτούν, δημιουργώντας κάστες, ελίτ και «τζάκια», όπου φωλιάζουν ένα σωρό αχρείοι, με τις ευλογίες της Δεξιάς, πάντα.

Όποια μορφή και να παίρνει η Δεξιά, είτε στη φιλελεύθερη είτε στη λαϊκίστικη εκδοχή της, είναι μεταμορφώσεις της εγγενούς προσήλωσής της στην εξυπηρέτηση των εκάστοτε κατεστημένων. Απλά, σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, χρειάζεται και την ψήφο του λαού, οπότε μασκαρεύει το εξουσιαστικό της προσωπείο με φτιασίδια φιλολαϊκά, κολακεύοντας τα πλέον καθυστερημένα χαρακτηριστικά του λαού (Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια) και ενεργοποιώντας τα συντηρητικά αντανακλαστικά του, με το φόβητρο της «αναρχίας» που θα προκληθεί από την κατάρρευση του κατεστημένου.

Η Δεξιά, ενώ επικαλείται τη φυσική ορμή του δυναμικού «εγώ» σαν ιστορική αναγκαιότητα, καταλήγει εμπροσθοφυλακή της αχρειότητας.

Η Αριστερά, ενώ προβάλλει την κοινοτική ανάγκη της αλληλεγγύης μέσα από ένα ισότιμο «εμείς», καταλήγει να σπιτώνει την ανικανότητα.

Οι καταλήξεις αμφότερων δεν είναι αποτέλεσμα της κακής εφαρμογής των αρχών τους. Είναι σύμφυτες με αυτές και οφείλονται στην ιδρυτική μεροληψία τους, υπέρ του «εγώ» η Δεξιά, υπέρ του «εμείς» η Αριστερά.

Γι’ αυτό, χρειάζεται ένα πολιτικό σχήμα που να εκφράσει το καθαρό Κέντρο, χωρίς να κληρονομήσει καμία από τις αριστερο-δεξιές παθογένειες, αλλά να διαμορφώσει την πολιτική του πρόταση και παρουσία μακριά και πέραν αυτών, στηριζόμενο σε εντελώς νέες βάσεις και αρχές.

Συστατικά του Κέντρου

Αν η Πολιτική είναι η τέχνη του “κυβερνάν”, η πολιτική του Κέντρου θα πρέπει να είναι η τέχνη του “κυβερνάν αρίστως”. Το ότι η δεξιά ή η αριστερή πολιτική δεν μπορούν να καταφέρουν το άριστο επ’ ουδενί, οφείλεται στη μεροληψία των ιδρυτικών τους αρχών, υπέρ του «εγώ» η Δεξιά, υπέρ του «εμείς» η Αριστερά. Την ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δύο κύρια συστατικά της Πόλης, το Εγώ και το Εμείς, καλείται να ασκήσει η πολιτική του Κέντρου.

Η άσκησης της Ισορροπίας θα πρέπει να είναι η ειδοποιός διαφορά του Κέντρου από άλλες κυβερνητικές πρακτικές και η βασική αρχή της πολιτικής του πρότασης.

Ισορροπία ανάμεσα…

…στο δημόσιο και στο ιδιωτικό (άρα, η “φιλελεύθερη” αποποίηση του δημόσιου τομέα -όπως και του κρατικού παρεμβατισμού- παραβιάζει τη βασική αρχή του Κέντρου)

…στο δυναμικό και στο αδύναμο (άρα, η “σοσιαλδημοκρατική” στήριξη στο κράτος πρόνοιας πρέπει να ενισχυθεί, αφού εξυγιανθεί)

…στην ανάπτυξη και στο περιβάλλον (άρα, η “οικολογική” πρόνοια πρέπει να αποτελεί συστατικό της πολιτικής του Κέντρου)

…στην ελευθερία και στο νόμο (άρα, οι εκτροπές των άκρων θα πρέπει να αντιμετωπισθούν, χωρίς, όμως, να παραβιάζονται τα δημοκρατικά δικαιώματα)

…στην παράδοση και στην πρόοδο (άρα, συντηρητικές αγκυλώσεις, όπως ο εκκλησιαστικός εναγκαλισμός του κράτους, πρέπει να λυθούν)

…στο εθνικό και στο διεθνές (άρα, η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας πρέπει να συνεχιστεί σταθερά και  δημιουργικά, συμμετέχοντας ισότιμα στην ευρωπαϊκή ενοποίηση)

…κλπ.

Ο κατάλογος μπορεί να συνεχιστεί με αρκετές ακόμη δυάδες που η διαλεκτική τους διαμορφώνει την κοινωνία. Το Κέντρο, όντας ανάμεσά τους και δη στο κέντρο τους, καλείται να συμψηφίζει διαρκώς τις αντιθέσεις τους, συνθέτοντας εκείνη ακριβώς την κυβερνητική πολιτική που θα υπηρετεί το Κοινό Καλό. Αυτός ακριβώς πρέπει να είναι και ο στόχος του Κέντρου: το Κοινό Καλό.

Επειδή κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι κατέχει το “κοινό καλό” από πριν, αυτό μπορεί να διαμορφωθεί μόνο μέσα από τη συζήτησή του (συν-ζήτηση) ανάμεσα σε αυτούς που το θέτουν σαν πολιτικό τους ζήτημα. Θα πρέπει να αντιλαμβάνονται την ευρύτητα του στόχου, ότι αφορά το κοινό και όχι το επιμέρους καλό (ατομικό, οικογενειακό, συντεχνιακό, ταξικό ή ακόμα και εθνικό).  Οι προτάσεις θα πρέπει να εξετάζονται ως προς τη γενική ισχύ τους, να λαμβάνουν υπόψη την αλληλεξάρτηση του επιμέρους και του κοινού (του ιδιωτικού και του δημόσιου, του εγώ και του εμείς, του εθνικού και του παγκόσμιου, του μέρους και του όλου), ώστε να βρίσκεται το ανάμεσά τους, αυτό που θα εξυπηρετήσει γόνιμα τη συμπληρωματική σχέση τους,  για έναν κόσμο καλύτερο και μια ζωή πληρέστερη.

ΥΓ. Η αναγκαιότητα ανάδειξης μιας ξεχωριστής και αυτόνομης πολιτικής του Κέντρου είναι διαχρονική και διεθνής, καθότι άπτεται ζητημάτων που καμία από τις υπάρχουσες πολιτικές κατατάξεις δεν μπορεί να επεξεργαστεί, λόγω της παλαιότητας των “εργαλείων” που χρησιμοποιούνται. Η ίδια η κατάταξη “δεξιά – αριστερά” είναι παμπάλαια (από τη Γαλλική Επανάσταση), και ήρθε ο καιρός να αμφισβητηθεί. Μπορεί να μην είναι τυχαίο ότι αμφισβητήθηκε στην πράξη από τους ίδιους τους Γάλλους, που έβαλαν στην άκρη τα παλαιά σχήματα προκρίνοντας το «Εμπρός» με τον Μακρόν.

Ανεξάρτητα από τη συγκυρία και από την ανταπόκριση που μπορεί να έχει σε αυτή τη φάση, στην Ελλάδα, ένα τέτοιο εγχείρημα, το μέλλον ανήκει στο Κέντρο!